Από πρωίας (Θανάσης Γεωργιάδης)

οικειοποιήσου το γιασεμί και σώπα

χρώματα ζαφοράς στον αέρα και το
ποτήρι σου
μη λες δυνατά τ’ όνομά μου
θα χαθούν
όταν ξαφνιαστεί το αόρατο πουλί
στον ώμο σου

τι άλλο να πω πρωί πρωί
ξύπνησα λίγο πριν μ’ ένα ποίημα
στο στόμα

Θανάσης Γεωργιάδης, Από πρωίας, Από τη συλλογή τα στάσιμα (2007)

Νεκρός (Ντέμης Κωνσταντινίδης)

Πίσω από τα βλέφαρα των ματιών
έχει περάσει κιόλας το φιλμάκι της ζωής.
Τέλος και καλό δε γίνεται.
Αν τώρα θες να βαυκαλίζεσαι, έχει καλώς.
Ποιο παραμύθι όμως θα πιστέψεις;
Παχύς παπάς, χοντρός γιατρός!
Η πλάση, ο κόσμος, ο πολιτισμός
όλα ίσον ένα:
συντρίμμια, ενέργεια και σκόνη
πεταμένα.

Ντέμης Κωνσταντινίδης, Νεκρός, Από τη συλλογή Διαθέσεις (2008)

Χαμόγελο (Ντέμης Κωνσταντινίδης)

Υπάρχω κάτω απ’ τον έναστρο ουρανό.
Η λάμψη των αστεριών – αντανάκλαση
της ξαφνικής μου ευδιαθεσίας.
Ίσως αυτά τα αστέρια να είναι χαμόγελα
κάποιων παιδιών.

Ντέμης Κωνσταντινίδης, Χαμόγελο: Από τη συλλογή Διαθέσεις (2008)

Νόμιμος δικαιούχος (Γιάννης Καρατζόγλου)

Αλλιώτικες οι Κυριακές μας τότε.

Από το βράδυ πριν ευωδίαζε ο ερχομός σου
μέσα στον ύπνο μας πετούσαν αυριανά ανθάκια
κι όλο το πρωί λουζόταν μ’ ένα φως αναμονής.
Συνέχεια ανάγνωσης «Νόμιμος δικαιούχος (Γιάννης Καρατζόγλου)»

Το πιο καθαρό πράγμα της δημιουργίας (Νικηφόρος Βρεττάκος)

Δεν ξέρω, μα δεν έμεινε καθόλου σκοτάδι.
Ο ήλιος χύθηκε μέσα μου από χίλιες πληγές.
Και τούτη τη λευκότητα που σε περιβάλλω
δε θα τη βρεις ούτε στις Άλπεις, γιατί αυτός ο αγέρας
στριφογυρνά ως εκεί ψηλά και το χιόνι λερώνεται.
Και στο λευκό τριαντάφυλλο βρίσκεις μια ιδέα σκόνης.
Το τέλειο θαύμα θα το βρεις μοναχά μες στον άνθρωπο:
λευκές εκτάσεις που ακτινοβολούν αληθινά
στο σύμπαν και υπερέχουν. Το πιο καθαρό πράγμα λοιπόν της δημιουργίας
δεν είναι το λυκόφως, ούτε ο ουρανός που καθρεφτίζεται μες στο ποτάμι,
ούτε ο ήλιος πάνω στης μηλιάς τ’ άνθη.
Είναι η αγάπη.

Της Σπάρτης οι πορτοκαλιές (Νικηφόρος Βρεττάκος)

Της Σπάρτης οι πορτοκαλιές, χιόνι, λουλούδια του έρωτα,
άσπρισαν απ’ τα λόγια σου, γείρανε τα κλαδιά τους
γιόμισα το μικρό μου κόρφο, πήγα και στη μάνα μου.

Κάθονταν κάτω απ’ το φεγγάρι και με νοιάζονταν,
κάθονταν κάτω απ’ το φεγγάρι και με μάλωνε:
Χτες σ’ έλουσα, χτες σ’ άλλαξα, πού γύριζες —
ποιος γιόμισε τα ρούχα σου δάκρυα
και νεραντζάνθια.

Για την Άννα Αχμάτοβα

«Η ομορφιά είναι τρομακτική», – σας λένε.
Σεις όμως ρίχνετε κουρασμένα στους ώμους ένα ισπανικό σάλι
Στα μαλλιά ένα κόκκινο τριαντάφυλλο.
«Η ομορφιά είναι απλή», – σας λένε.
Συνέχεια ανάγνωσης «Για την Άννα Αχμάτοβα»

Αγρανάπαυση (Κωνσταντίνος Ρουμπέας)

Τώρα, κείνος ο τόπος της Άνοιξης,
έχει αγρανάπαυση. Το χώμα κι ο πηλός κοιμάται.
Και τ’ άνθη του έχουν μαρανθεί.
Στο κέντρο το πηγάδι, με το φιλιατρό
χαρακωμένο απ’ τα σκοινιά,
το σκέπασαν οι αφαλαρίδες και τ’ αγριόβατα
κι έχουν τα δροσερά νερά του καταχωνιαστεί.

Όμως, αν μεις από τη δράση αποσυρθήκαμε
ο τόπος δεν εχάθηκε
άλλος ταχιά στη δούλεψη θα ’ρθει.

Ποτές μην το ξεχνάς:
Η Γης, είναι φτιαγμένη για την Άνοιξη.

Μονόδρομος (Δημήτρης Αρμάος)

Δυο τρόπους έχει η αγάπη να τελειώσει:
στο πέλαγος της ηδονής,
ή στ’ άλλο της μελάνης
Δυο τρόποι για να βρεις τη λευτεριά σου:
ο ένας να φυγαδευτείς
κι ο άλλος να πεθάνεις.

Δημήτρης Αρμάος, Περιοδικό Τετράμηνα, Άμφισσα, Άνοιξη 1993.